Ὁ Ἅγιος Εὐψύχιος
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Εὐψύχιος ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ δυσσεβοὺς αὐτοκράτορα Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου (361-363 μ.Χ.) καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴ χώρα τῆς Καππαδοκίας. Ἦταν ἄνθρωπος μὲ θεοφιλῆ βίο καὶ ἀγαθὴ κρίση καὶ εἶχε πολὺ πόθο γιὰ τὸν Χριστό.
Ὅταν στὴν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας ὁ Ἰουλιανὸς ἔχτισε ναὸ τῆς θεᾶς Τύχης, στὸν ὁποῖο θυσίαζαν οἱ εἰδωλολάτρες, ὁ Εὐψύχιος πῆρε μαζί του καὶ μερικοὺς ἄλλους θαρραλέους νέους καὶ γκρέμισαν τὸ ναὸ ἀπὸ τὰ θεμέλια καθὼς καὶ τὸ εἴδωλο τῆς θεᾶς.
Ὅταν ἔμαθε αὐτὰ ὁ βασιλέας ὀργίσθηκε ὑπερβολικὰ καὶ ἀπέστειλε στρατιῶτες γιὰ νὰ τοὺς συλλάβουν. Καὶ τοὺς ἄλλους, ἀφοῦ τοὺς στέρησε ἀπὸ τὴν περιουσία τους, τοὺς ὑπέβαλλε σὲ ποικίλα χτυπήματα καὶ τοὺς ἐξόρισε. Τὸν Μάρτυρα ὅμως, Εὐψύχιο, ἐπειδὴ κατὰ τὴν γνώμη του ὑπῆρξε ἡ αἰτία αὐτῆς τῆς ἐνέργειας, πρῶτα τὸν ἔκλεισε στὴ φυλακή, στὴν συνέχεια δὲ τὸν βασάνισε πολύ.
Ἐπειδὴ ὅμως δὲν κατάφερνε νὰ τὸν πείσει νὰ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη του στὸν Χριστό, ἔδωσε ἐντολὴ καὶ τὸν ἀποκεφάλισαν. Ἦταν τὸ ἔτος 363 μ.Χ. Ἔτσι ὁ Μάρτυς Εὐψύχιος κέρδισε ἀντὶ τῆς φθαρτῆς ζωῆς, τὸν ἄφθαρτο στέφανο τοῦ μαρτυρίου.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Εὐψύχως ἤνυσας, δρόμον τὸν ἔνθεον, καὶ καταβέβληκας, ἐχθρὸν τὸν δόλιον, τὴν πανοπλίαν τοῦ Σταυροῦ, παμμάκαρ ἐνδεδυμένος ὅθεν συνηρίθμησαι, τῶν Μαρτύρων ταὶς τάξεσι, δόξαν αἰωνίζουσαν, κεκτημένος Εὐψύχιε. Ἀλλὰ μὴ διαλείπῃς πρεσβεύων, σώσαι ἠμᾶς τοὺς σὲ τιμώντας.
Ὁ Ἅγιος Αὐδιησοὺς ὁ Μάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτῶ τριακόσιοι Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες μαρτύρησαν κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως τῶν Περσῶν, Σαβωρίου Β’ (325-379 μ.Χ.). Ὁ Σαβώριος ἐξεστράτευσε κατὰ τῶν Βυζαντινῶν καὶ κυρίευσε τὴν πόλη Βιζάδη. Ἀμέσως ἐκτέλεσε τοὺς στρατιῶτες ποὺ βρίσκονταν μέσα σὲ αὐτή, καθὼς καὶ ὅσους ἔφεραν ὅπλα, ἐνῷ στὸ λαό, τὰ γυναικόπαιδα καὶ τοὺς γέροντες, τὸν Ἐπίσκοπο Ἠλιόδωρο καὶ τοὺς Πρεσβυτέρους Δησὰ καὶ Μαριάβ, χάρισε τὴ ζωή.
Κατὰ τὸν χρόνο ἐκεῖνο, ἐπειδὴ ὁ Ἐπίσκοπος Ἠλιόδωρος προαισθάνθηκε τὸ τέλος του, χειροτόνησε Ἐπίσκοπο τὸν πρεσβύτερο Δησά. Ἐνῷ λοιπὸν γινόταν ἡ Ἀκολουθία στὸ ναό, ὁ ἀρχιμάγος Ἀδεφὰρ ἀνέφερε στὸν βασιλέα Σαβώριο ὅτι οἱ Χριστιανοί, τοὺς ὁποίους ἄφησε νὰ ζήσουν, ἐξέλεξαν γιὰ Ἐπίσκοπό τους κάποιον ὀνόματι Δησὰ καὶ καθυβρίζουν τὸ βασιλέα καὶ τὴν θρησκεία του.
Ἀμέσως τότε ὁ Σαβώριος ἔδωσε ἐντολὴ καὶ ὁδήγησαν ἐνώπιόν του τριακόσιους ἄνδρες Χριστιανοὺς καὶ τοὺς διέταξε νὰ προσκυνήσουν τὸν ἥλιο καὶ τὴ φωτιὰ καὶ νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα. Ἐκεῖνοι δὲν πειθάρχησαν στὴν προσταγὴ τοῦ βασιλέως, ἀλλὰ ἔμειναν ἀκλόνητοι στὴν πίστη τους. Τότε ἀποκεφαλίσθηκαν.
Πέντε ὅμως ἀπὸ αὐτοὺς λιποψύχησαν. Ἀρνήθηκαν τὴν πατρῴα εὐσέβεια καὶ προσκύνησαν τὰ εἴδωλα μὲ ἀποτέλεσμα νὰ χάσουν τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς τους.
Ἕνας δὲ ἀπὸ τοὺς ἀποκεφαλισθέντες Μάρτυρες, ὁ Αὐδιησούς, ἐπειδὴ τὸ χτύπημα τοῦ ξίφους δὲν ἦταν θανατηφόρο, δὲν πέθανε μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους, ἀλλὰ ἔζησε καὶ κήρυττε μὲ παρρησία καὶ ἐνθουσιασμὸ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸν τελείωσαν μὲ μαχαῖρι. Ἔτσι οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες εἰσῆλθαν στὴν αἰώνια ζωὴ τοῦ Θεοῦ στεφανωμένοι μὲ τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου.
Ὁ Ὅσιος Ἀκάτιος Ἐπίσκοπος Ἀμίδης Μεσοποταμίας
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου Ἀκατίου.
Ὁ Ἅγιος Βάδιμος ὁ Ὁσιομάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Βάδιμος ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως τῆς Περσίας Σαβωρίου Β’ (325-39 μ.Χ.). Ἦταν Πέρσης καὶ καταγόταν ἀπὸ εὐγενῆ καὶ πλούσια οἰκογένεια τῆς πόλεως Βηθλαπάτης. Ἀφοῦ καταφρόνησε τὴ δόξα τοῦ κόσμου καὶ τὰ πλούτη, ἔγινε μοναχὸς καὶ ἔπειτα ἀρχιμανδρίτης καὶ εἶχε κοντά του ἑπτὰ μαθητές.
Ἐπειδὴ ὅμως κήρυσσαν τὸν Χριστό, καταγγέλθηκαν ὅτι ἀποσποῦν τοὺς Πέρσες ἀπὸ τὴν θρησκεία τῶν εἰδώλων καὶ συνελήφθησαν. Παρὰ τὶς πιέσεις καὶ τὰ βασανιστήρια ὁ Ἅγιος Βάδιμος καὶ οἱ μαθητές του ὁμολογοῦσαν συνέχεια μὲ παρρησία καὶ ἀνδρεία τὸ Ὄνομα τοῦ Ἁγίου Θεοῦ. Τότε παρεδόθησαν στὸν δήμιο Νηρσά, ὁ ὁποῖος μὲ τὸ σπαθί του θανάτωσε τὸν Ἅγιο καὶ ἀποκεφάλισε τοὺς μαθητές του.
Μετακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων τῆς Ἁγίας Μόνικας εἰς Ρώμη
Ἡ μνήμη τῆς Ἁγίας Μόνικας, μητέρας τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου τιμᾶται τὴν 4η Μαΐου, ὅπου καὶ τὰ βιογραφικὰ στοιχεῖα της.
Λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονὸς τῆς μετακομιδῆς τῶν ἱερῶν λειψάνων της, δὲν ἔχουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου