Ὁ Προφήτης Ναούμ
Εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα μικροὺς λεγομένους προφῆτες.
Ἔζησε τὸν 7ο αἰώνα πρὸ Χριστοῦ καὶ ἦταν ἀπὸ τὴ φυλὴ τοῦ Συμεών. Πατρίδα εἶχε τὴν Ἐλκεσέμ, γι’ αὐτὸ ὀνομάστηκε καὶ Ναοὺμ ὁ Ἐλκεσαῖος.
Τὸ βιβλίο τῆς προφητείας του ἀποτελεῖται ἀπὸ τρία μικρὰ κεφάλαια καὶ ἀφορὰ τὴν τύχη τῆς πόλης Νινευῆ.
Στὸ Α’ κεφάλαιο, ὑμνεῖ τὸν Θεό.
Στὸ Β’ κεφάλαιο, προαναγγέλλει τὸν ὄλεθρο τῆς Νινευῆ μὲ τὰ ἅρματά της, τοὺς Ἱππεῖς καὶ τοὺς θησαυρούς της.
Στὸ Γ’ κεφάλαιο, χαρακτηρίζει τὴ Νινευὴ σὰν πόλη τῶν αἱμάτων, τοῦ ψεύδους, τῆς μεγάλης ἀδικίας καὶ πορνείας.
Ἂς δοῦμε, ὅμως, τί λέει γιὰ τοὺς ἁμαρτωλοὺς ἀνθρώπους τέτοιας πόλης, καὶ τί γι’ αὐτοὺς ποὺ εἶναι κοντὰ στὸν Κύριο:
«Χριστὸς Κύριος τοῖς ὑπομένουσιν αὐτὸν ἐν ἡμέρᾳ θλίψεως καὶ γινώσκων τοὺς εὐλαβουμένους αὐτὸν καὶ ἐν κατακλυσμοὶ πορείας συντέλειαν ποιήσεται τοὺς ἐπεγειρομένους, καὶ τοὺς ἐχθροὺς αὐτοῦ διώξεται σκότος». Ναούμ, Α’ 7 – 8.
Δηλαδὴ ὁ Κύριος εἶναι εὐεργετικὸς γιὰ ἐκείνους ποὺ μένουν κοντά Του στὶς ἡμέρες τῶν θλίψεών τους.
Γνωρίζει ὁ Κύριος καὶ περιβάλλει μὲ συμπάθεια ἐκείνους ποὺ Τὸν σέβονται.
Ἐναντίον ὅμως τῶν ἁμαρτωλῶν, ποὺ ἀλαζονικὰ μὲ κάθε εἴδους ἁμαρτία ἐγείρονται ἐναντίον Του, θὰ ὁρμήσει σὰν κατακλυσμὸς γιὰ νὰ τοὺς ἐξαφανίσει τελείως. Θὰ καταδιώξει τοὺς ἐχθρούς Του καὶ θὰ τοὺς κυριεύσει τὸ σκοτάδι τοῦ θανάτου.
Ὁ Προφήτης Ναοὺμ πέθανε εἰρηνικὰ καὶ τάφηκε στὸν τόπο τῶν πατέρων του.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Νόμῳ ἔλαμψας, προαναγγέλλων, τὰς τῆς χάριτος, Ναοὺμ Προφῆτα, ὁμωνύμως παρακλήσεις ἐν Πνεύματι· δι’ ὧν ὁ Λόγος οὐσίαν τὴν βρότειον, ἐπιφανεὶς τοῖς ἀνθρώποις κατηύφρανεν· ὅθεν πρέσβευε, Τριάδι τῇ πανοικτίρμονι, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς πυρσὸς ἀκοίμητος Ναοὺμ Προφῆτα, φρυκτωρεῖς ἐν πέρασι, δι’ αἰνιγμάτων ἱερῶν, τὴν τῶν μελλόντων ἀλήθειαν, ὧν τὰς ἐκβάσεις ὁρῶντες τιμῶμέν σε.
Μεγαλυνάριον.
Φρόνημα οὐράνιον αἰσχηκώς, οὐρανίου δόξης, ἐχρημάτισας θεωρός, βίῳ τε τὸν λόγον, Ναοὺμ ἐπισημαίνων· διὸ σὲ ὡς Προφήτην, θεῖον γεραίρομεν.
Ὁ Ἅγιος Φιλάρετος ὁ Ἐλεήμων
Ἦταν ὑπόδειγμα κάθε ἀρετῆς καὶ ἰδιαίτερα τῆς ἀγαθοεργίας. Ἔζησε τὸν 8ο αἰώνα μ.Χ. στὴν πόλη Ἀμνεία τῆς Παφλαγονίας, καὶ τοὺς γονεῖς του ἔλεγαν Γεώργιο καὶ Ἄννα.
Παντρεύτηκε τὴν Θεοσεβῶ καὶ ἀπόκτησε τρία παιδιά. Ἕνα γιό, τὸν Ἰωάννη, καὶ δυὸ κόρες, ποὺ τὴν πρώτη ἔλεγαν Ὑπατία καὶ τὴν δεύτερη Εὐανθία.
Ὁ Φιλάρετος ἦταν γεωργὸς καὶ ἀπὸ τὰ εἰσοδήματά του, πλουσιοπάροχα μοίραζε ἐλεημοσύνη στοὺς φτωχούς. Πεινασμένο ἔβρισκε; τὸν χόρταινε. Γυμνό; τὸν ἕντυνε. Χήρα καὶ ὀρφανό; βοηθοῦσε καὶ παρηγοροῦσε.
Ἀλλὰ ὁ Θεὸς ἐπέτρεψε καὶ ὁ Φιλάρετος κάποτε κατάντησε πολὺ φτωχός. Ὅμως καὶ σ’ αὐτὴ τὴν κατάσταση ὁ Ἅγιος του Θεοῦ, ἔδειξε θαυμαστὴ καρτερία ὅπως ὁ Ἰώβ, καὶ συνέχισε νὰ ἀγαθοεργεῖ μέχρι ὑπερβολῆς.
Καὶ ὁ Θεὸς ποὺ εἶδε τὴν ἀσυναγώνιστη πίστη του οἰκονόμησε μὲ τὴν πρόνοιά Του, ὥστε ὁ Κωνσταντῖνος, ὁ γιὸς τῆς βασίλισσας Εἰρήνης, νὰ πάρει γιὰ γυναίκα του τὴν ἐγγονὴ τοῦ Ἁγίου, Μαρία, ἐπειδὴ ἦταν πολὺ ὡραία στὴν ψυχὴ καὶ στὸ σῶμα. Τὸν δὲ Φιλάρετο, τὸν τίμησε μὲ τὸ ἀξίωμα τοῦ ὑπάτου. Ἔτσι ἔγινε κάτοχος πολλοῦ πλούτου, ποὺ τὸν διαμοίραζε ἀκόμα πιὸ ἄφθονα στοὺς φτωχούς.
Ὅταν θὰ πέθαινε, κάλεσε τοὺς συγγενεῖς του καὶ εἶπε τὰ ἑξῆς: «Παιδιά μου, μὴ ξεχνᾶτε ποτὲ τὴν φιλοξενία, μὴν ἐπιθυμεῖτε τὰ ξένα πράγματα, μὴν λείπετε ποτὲ ἀπὸ τὶς ἀκολουθίες καὶ λειτουργίες τῆς Ἐκκλησίας, καὶ γενικὰ ὅπως ἔζησα ἐγὼ ἔτσι νὰ ζεῖτε καὶ ἐσεῖς».
Καὶ αὐτὰ ἀφοῦ εἶπε, ξεψύχησε μὲ τὴν φράση: «γενηθήτω τὸ θέλημά σου».
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, περιουσίᾳ, διεσκόρπισας, τοῖς δεομένοις, τὸν προσόντα σοι πλοῦτον Φιλάρετε· καὶ εὐσπλαγχνίᾳ κοσμήσας τὸν βίον σου, τὸν χορηγόν του ἐλέους ἐδόξασας· Ὃν ἱκέτευε, δοθῆναι τοῖς εὐφημοῦσί σε, ῥανίδα οἰκτιρμῶν καὶ θεῖον ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τοῦ Ἰὼβ κτησάμενος, ἐν πειρασμοῖς τὴν ἀνδρείαν, τοῖς πτωχοῖς διένειμας, ὡς συμπαθὴς τὸν σὸν πλοῦτον· ὤφθης γὰρ, τῆς εὐσπλαγχνίας ἔμψυχος βρύσις, νάμασι, τῶν θείων τρόπων σου ἱλαρύνων, τοὺς ἐκ πόθου σοι βοῶντας· χαίροις θεράπον Χριστοῦ Φιλάρετε.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν πενήτων ὁ προμηθεύς, καὶ τῶν δυστυχούντων, ἀντιλήπτωρ καὶ βοηθός· χαίροις ὁ ἐν οἴκτῳ, τὸν Λόγον θεραπεύσας, Φιλάρετε τρισμάκαρ, Δικαίων σύσκηνε.
Ὁ Ἅγιος Ἀνανίας ὁ Μάρτυρας
Καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Ἀρβὴλ τῆς Περσίας καὶ ἦταν ἕνας μεταξὺ τῶν Ἁγίων ποὺ δόξασαν τὸ ἔδαφος τῆς Περσίας μὲ τὶς ἀρετὲς καὶ τὸν ἡρωισμό τους γιὰ τὴν πίστη.
Συνελήφθη διότι προσπαθοῦσε νὰ διαφωτίσει τοὺς πατριῶτες του στὴν ἀληθινὴ πίστη τοῦ Χριστοῦ.
Βασανίστηκε σκληρά, ἀλλὰ δὲν κάμφθηκε. Ἀντίθετα, παρέδωσε τὴν τελευταία του πνοή, βλέποντας ὁράσεις ἀνδρῶν, περιβεβλημένων φωτεινοὺς στεφάνους, ποὺ τὸν καλοῦσαν στοὺς τόπους τῆς ἀνέκφραστης ἀγαλλίασης.
Ὁ Ἅγιος Θεόκλητος ὁ Θαυματουργός Ἀρχιεπίσκοπος Λακεδαιμόνιας
Ἐπονομάζεται καὶ Θαυματουργός.
Σώζεται εἰκόνα του σὲ ἐκκλησία τῆς Μονεμβασίας, ὅπου ἀπὸ τὰ φθαρμένα στοιχεῖα δὲν γίνεται γνωστὴ ἡ ἐποχή του. Ἄλλες πηγὲς μᾶς πληροφοροῦν ὅτι ἔζησε ἀσκητικότατο βίο, τὸν 9ο αἰώνα καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν προσπάθειά του νὰ ἐξυψώσει τὸ ἠθικὸ ἐπίπεδο τοῦ ποιμνίου του.
Ἦταν ὀπαδὸς τοῦ Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ἰγνατίου καὶ πῆρε μέρος στὴν κατὰ τοῦ Φωτίου συγκληθεῖσα Σύνοδο (869 – 870).
Θεωρεῖται τοπικὸς Ἅγιος τῆς Λακεδαιμόνιας, ἡ δὲ βιογραφία του συντάχθηκε ἀπὸ κάποιον ἀνώνυμο.
Ὁ Ὅσιος Ἀντώνιος ὁ Νέος
Γιὰ τὸν Ὅσιο αὐτὸ ἀναφέρει ὁ Εὐεργετινός, ὅτι ἔγινε μοναχὸς καὶ ζοῦσε ζωὴ ἀσκητική.
Γιὰ νὰ ἀσκηθεῖ ὅμως περισσότερο, ἄφησε τὸν ἡσυχαστικὸ βίο καὶ πῆγε σὲ μία κοινοβιακὴ Μονὴ στὴν Κίο τῆς Βιθυνίας καὶ ὑποτάχθηκε στὸν ἡγούμενο, δουλεύοντας τὶς πιὸ σκληρὲς δουλειὲς τῆς Μονῆς.
Ἀφοῦ ἔδειξε πολλὴ ὑπακοὴ καὶ ὑπομονὴ καὶ ἔγινε ὑπόδειγμα ἀσκητικῆς ταπεινοφροσύνης, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Ὅσιος Ὀνήσιμος Ἀρχιεπίσκοπος Ἐφέσου
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ἀλλοῦ ἀναφέρεται σὰν Ὀνησίφορος, μαζὶ μὲ τὸν Σολομώντα, ποὺ ἦταν καὶ αὐτὸς ἐπίσκοπος Ἐφέσου.
Οἱ Ἅγιοι Ἀνανίας καὶ Σολόχων Ἀρχιεπίσκοποι Ἐφέσου
Ἀπεβίωσαν εἰρηνικά.
Ἀλλὰ μᾶλλον πρόκειται περὶ παρεξηγήσεως. Διότι Ἀρχιεπίσκοποι Ἐφέσου ὑπῆρξαν μόνο δύο, ὁ Ὀνήσιμος καὶ ὁ Σολόχων ἢ Σολομῶν.
Ἐγκαίνια Ναοῦ Ἁγίου Τρύφωνα πλησίον τῆς Ἁγίας Εἰρήνης, ἀρχαίας καὶ νέας
Δὲν ἔχουμε περισσότερες πληροφορίες γιὰ τὸ γεγονός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου